Σύγχρονοι χρηματοπιστωτικοί θεσμοί : (leasing - franchising - factoring - forfaiting)

Προβολή/ Άνοιγμα
Συγγραφέας
Γεωργούση, Ελισάβετ-ΜαρίναΌνομα Επιβλέποντος
Παντελίδης, Νικόλαος
Ημερομηνία
2004Γλώσσα
el
Σημειώσεις
Σημείωση: α) λείπει η σελίδα 138 από το φυσικό τεκμήριο. β) χαμηλής ποιότητας εκτύπωση.
Πρόσβαση
ελεύθερη
Επιτομή
Τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκαν και στην Ελλάδα νέες, σύγχρονες
μορφές χρηματοδότησης των επιχειρήσεων. Αυτές δεν έχουν σκοπό να
αντικαταστήσουν το δανεισμό και τις άλλες παραδοσιακές μορφές
χρηματοδότησης, αλλά στοχεύουν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά
προς αυτές. Οι σημαντικότεροι και ευρύτερα διαδεδομένοι σύγχρονοι
χρηματοοικονομικοί θεσμοί είναι το leasing, το franchising, το factoring,
το forfaiting. Οι δύο πρώτοι εστιάζουν στη βοήθεια μικρομεσαίων
κυρίως επιχειρήσεων που θέλουν να επεκταθούν μέσω επενδύσεων
(leasing, franchising), ενώ οι δύο τελευταίοι στην προώθηση των
πωλήσεων και των εξαγωγών (factoring, forfaiting).
To leasing ή στα ελληνικά χρηματοδοτική μίσθωση αποτελεί ένα
χρηματοδοτικό μηχανισμό του οποίου η ανάπτυξη στην Ελλάδα
πραγματοποιήθηκε την τελευταία εικοσαετία. Αυτός ο μηχανισμός
επιτρέπει στις επιχειρήσεις να ανανεώσουν, να εκσυγχρονίσουν και να
επεκτείνουν τις παραγωγικές εγκαταστάσεις τους, χωρίς να απαιτείται η
διάθεση ίδιων κεφαλαίων ή η προσφυγή στο δανεισμό. Σύμφωνα με τη
σύμβαση του leasing, η εταιρία leasing αγοράζει τον κεφαλαιουχικό
εξοπλισμό που επιλέγει ο πελάτης της (μισθωτής), που είναι πάντα
κάποια επιχείρηση, και στη συνεχεία τον μισθώνει σε αυτόν για
συγκεκριμένη χρονική περίοδο, έναντι προσυμφωνημένων μισθωμάτων
που καταβάλλονται σε τακτά χρονικά διαστήματα από τον μισθωτή.
Αντικείμενο της σύμβασης leasing μπορεί να αποτελέσει οποιοδήποτε
κινητό η ακίνητο πράγμα που προορίζεται αποκλειστικά για
επαγγελματική χρήση του μισθωτή. To leasing έχει γνωρίσει ιδιαίτερη
ανάπτυξη λόγω των πλεονεκτημάτων που συνεπάγεται για τις
επιχειρήσεις, καθώς μέσω αυτού καλύπτουν το 100% της επένδυσης τους
απολαμβάνοντας παράλληλα φορολογικές και άλλες διευκολύνσεις. Στη
χώρα μας αναμένεται περαιτέρω εξάπλωση του θεσμού τα επόμενα
χρόνια.
To franchising ή στα ελληνικά δικαιόχρηση, άρχισε να διεισδύει στην
Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και η ανάπτυξη του υπήρξε ραγδαία από το
1993 και μετά. Είναι μια σύμβαση συνεργασίας μεταξύ δύο
επιχειρήσεων, βάσει της οποίας η μια επιχείρηση, που είναι ο
δικαιοπάροχος ή δότης (franchisor) παραχωρεί στην άλλη τον δικαιοδόχο
ή λήπτη (franchisee), έναντι άμεσου ή έμμεσου οικονομικού
ανταλλάγματος, το δικαίωμα εκμετάλλευσης του λεγάμενου «συνόλου» ή
«πακέτου» franchising με σκοπό την πώληση συγκεκριμένων προϊόντων
ή / και υπηρεσιών. Ως «πακέτο» franchising εννοείται ένα σύνολο
δικαιωμάτων βιομηχανικής ή πνευματικής ιδιοκτησίας τα οποία αφορούν εμπορικά σήματα ή επωνυμίες, διακριτικά γνωρίσματα (πινακίδες)
καταστημάτων, πρότυπα χρήσης, σχέδια, υποδείγματα, ευρεσιτεχνίες
καθώς και την απαραίτητη τεχνογνωσία. Η Ελλάδα λόγω του βαθμού
τεχνικής και οικονομικής ανάπτυξης της ήταν αρχικά κυρίως χώρα
δικαιοδόχων. Ήδη όμως έχει καταστεί εμφανής η τάση ενός αυξανόμενου
αριθμού ελληνικών επιχειρήσεων για γρήγορη ανάπτυξη και διάδοση
μέσω του franchising, έτσι τα πράγματα έχουν αρχίσει να αλλάζουν στη
χώρα μας.
To factoring ή σύμβαση πρακτορείας επιχειρηματικών απαιτήσεων
λειτουργεί στην Ελλάδα από το 1980. είναι μια σύμβαση μεταξύ ενός
πράκτορα επιχειρηματικών απαιτήσεων, που είναι είτε τράπεζα είτε
ειδική ανώνυμη εταιρία (συνήθως θυγατρική τράπεζας) και μιας
επιχείρησης ή εμπορικής εταιρίας ή και φυσικού προσώπου που
ασχολείται κατ επάγγελμα με την πώληση αγαθών ή την παροχή
υπηρεσιών. Περιεχόμενο της σύμβασης είναι ότι η εταιρία factoring
αναλαμβάνει να παρέχει στην επιχείρηση του πελάτη της, για το
διάστημα που συμφωνείται και έναντι αμοιβής, υπηρεσίες σχετικές με
την προεξόφληση, τη λογιστική και νομική παρακολούθηση καθώς και
την είσπραξη των χρηματικών απαιτήσεων κατά των πελατών της. Η
σύμβαση factoring είναι δημιούργημα της πράξης και επιδιώκει σκοπούς
χρηματοδοτικούς, ασφαλιστικούς και διαχειριστικούς. To factoring
αναπτύσσεται στις αγορές των προηγμένων χωρών τα τελευταία χρόνια
με ταχείς ρυθμούς. Το ύψος των συναλλαγών που διενεργούνται με τις
συμβάσεις factoring παρουσιάζει διεθνώς συνεχή ανοδική πορεία.
Η σύμβαση forfaiting ή πώληση επιχειρηματικής απαίτησης, είναι μια
μορφή συναλλαγής, με την οποία επιτυγχάνεται η χρηματοδότηση της
εξαγωγικής δραστηριότητας μιας επιχείρησης. Συνάπτεται μεταξύ ενός
εξαγωγέα (forfaitist) και μιας τράπεζας ή εταιρίας forfaiting (forfaiter),
βάσει της σύμβασης αυτής ο εξαγωγέας πωλεί και εκχωρεί στον forfaiter
μια απαίτηση του η οποία προέρχεται από εξαγωγική δραστηριότητα και
κατά κανόνα ενσωματώνεται σε αξιόγραφα συνήθως συναλλαγματικές ή
γραμμάτια εις διαταγή. Χαρακτηριστικό της σύμβασης forfaiting είναι
ότι η εκχωρούμενη απαίτηση είναι συνήθως μεσοπρόθεσμη ή
μακροπρόθεσμη (από 6 μηνών έως 10 χρονών) και ότι ο forfaiter δεν
έχει δικαίωμα αναγωγής κατά του εξαγωγέα στην περίπτωση που δεν
ικανοποιηθεί από τον οφειλέτη. To forfaiting δεν είναι ιδιαίτερα
διαδεδομένο αλλά αναμένεται λόγω των πλεονεκτημάτων που
συνεπάγεται για τους αντισυμβαλλόμενους να αναπτυχθεί ιδιαίτερα.
Ακαδημαϊκός Εκδότης
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών. Τμήμα Οικονομικών Επιστημών.