Παραλλακτικότητα μεταξύ και εντός υβριδίων καλαμποκιού για χαρακτηριστικά παραγωγικής συμπεριφοράς σε τρεις εποχές σποράς

Προβολή/ Άνοιγμα
Συγγραφέας
Πατώνη, ΜαρίαΌνομα Επιβλέποντος
Γούλας, Χρήστος Κ.
Ημερομηνία
2002Γλώσσα
el
Πρόσβαση
ελεύθερη
Επιτομή
Τα σύγχρονα εμπορικά υβρίδια καλαμποκιού χαρακτηρίζονται από
σταθερή παραγωγική συμπεριφορά σε εύρος περιβαλλόντων καλλιέργειας
που περιλαμβάνουν ακόμη και συνθήκες καταπόνησης. Σκοπός της
εργασίας ήταν, η μελέτη της παραγωγικής συμπεριφοράς μεταξύ απλών
υβριδίων καλαμποκιού σε τρεις εποχές σποράς και η εκτίμηση της
φαινοτυπικής παραλλακτικότητας εντός των υβριδίων. Για το λόγο αυτό
χρησιμοποιήθηκαν τρία απλό εμπορικά υβρίδια καλαμποκιού (ELEONORA,
PREGIA και CONSTANZA) τα οποία καλλιεργήθηκαν σε τρεις διαφορετικές
εποχές σποράς και αξιολογήθηκαν σε πείραμα που εγκαταστάθηκε στο
αγρόκτημα του Π.Θ. (Βελεστίνο) κατά την καλλιεργητική περίοδο 2001. το
πειραματικό σχέδιο που εφαρμόστηκε ήταν διαχωριζόμενες ομάδες με
κύρια ομάδα την εποχή σποράς και υποομάδα τα τρία υβρίδια σε σχέδιο με
πλήρεις τυχαιοποιημένες ομάδες και τέσσερις επαναλήψεις. Τα
χαρακτηριστικά που μετρήθηκαν ήταν: ύψος φυτού και κύριου σπάδικα,
περιεκτικότητα των φύλλων σε χλωροφύλλη εκτιμούμενη σε μονάδες
SPAD σε τρεις μετρήσεις (μία μέτρηση κατά την άνθηση και δυο στο
γέμισμα του κόκκου) φωτοσυνθετικά ενεργή ακτινοβολία (PAR) και η
απόδοση των φυτών. Οι μετρήσεις που έγιναν αφορούσαν 5 πλήρως
ανταγωνιστικά φυτά από κάθε πειραματικό τεμάχιο (20 παρατηρήσεις)
όπου εκτιμήθηκε και η μέση απόδοση με βάση το πειραματικό τεμάχιο.
Σύμφωνα με τα δεδομένα όσον αφορά την απόδοση, τα τρία
υβρίδια ήταν πρακτικά ισοδύναμα και οι παρατηρηθείσες μεταξύ τους
διαφορές δεν ήταν σημαντικές, ανεξαρτήτως εποχής σποράς. Η εκτίμηση
της απόδοσης με βάση το ατομικό φυτό (μέσος όρος 20 φυτών) ήταν
αξιόπιστη και πρακτικά ισοδύναμη με την αντίστοιχη του πειραματικού
τεμαχίου. Εντός των υβριδίων, η φαινοτυπική παραλλακτικότητα σε τιμές
CV ήταν στα αναμενόμενα επίπεδα (15-20%).Η απόδοση του ατομικού
φυτού διαφοροποιείται στις τρεις εποχές σποράς, ανεξάρτητα από το
υβρίδιο που χρησιμοποιείται, ενώ η παραλλακτικότητα του
χαρακτηριστικού εντός της κάθε εποχής είναι σταθερή (17.1-17.9).
Σχετικά με την εκτίμηση της περιεκτικότητας των φύλλων σε
χλωροφύλλη δεν παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των υβριδίων στην
περίοδο της ανθοφορίας σε όλες τις εποχές σποράς. Αντιθέτως
παρατηρήθηκαν διαφορές στις επόμενες μετρήσεις στην περίοδο
γεμίσματος του κόκκου στην πρώιμη (2/3) και κανονική (2/4) σπορά, ενώ
για την μέση σπορά (15/3) οι διαφορές των μέσων όρων του
χαρακτηριστικού των τριών υβριδίων διέφεραν μέχρι 2.2 μονάδες spad. Η
φαινοτυπική παραλλακτικότητα εντός των υβριδίων για τις τιμές spad ήταν
η αναμενόμενη με τιμές τυπικής απόκλισης 3-4 μονάδες και CV : 5-7.6%
για την περίοδο της ανθοφορίας, ενώ για τις μετρήσεις στο στάδιο του
γεμίσματος του κόκκου η παραλλακτικότητα των υβριδίων ήταν
μεγαλύτερη τόσο εντός (CV : 2.9-17.7%) όσο και μεταξύ (CV : 9-15%).
Γενικά η περιεκτικότητα των φύλλων σε χλωροφύλλη ήταν στα επίπεδα
που υποδηλώνουν επάρκεια αζώτου και ικανοποιητική φωτοσυνθετική
ικανότητα, σε συνδυασμό με αξιοποίηση του διαθέσιμου αζώτου. Η
ομοιομορφία εντός των υβριδίων σχετικά με το ύψος του φυτού και το
ύψος σπάδικα, ήταν στα αναμενόμενα επίπεδα που συνοψίζεται με τιμές
CV : 3.4-8.7% στην πρώιμη και κανονική σπορά ενώ στην μέση
παρουσιάζουν μεγαλύτερα επίπεδα CV : 8-22.7%.
Συμπερασματικά τα τρία υβρίδια δεν διαφοροποιήθηκαν ως προς την
παραγωγική συμπεριφορά τους στις τρεις εποχές σποράς ενώ και η εντός
των υβριδίων ομοιομορφία ήταν στα αναμενόμενα επίπεδα, γεγονός που
είναι ενδεικτικό της παραγωγικής τους σταθερότητας.
Ακαδημαϊκός Εκδότης
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σχολή Γεωπονικών Επιστημών. Τμήμα Γεωπονίας Φυτικής Παραγωγής και Αγροτικού Περιβάλλοντος.