Ανάλυση αναγνωστικής συμπεριφοράς παιδιών ηλικίας 8,5 - 9,5 ετών
View/ Open
Author
Φραγγεδάκη, Μαρία-ΕλένηSupervisor name
Μεταλλίδου, Παναγιώτα
Ανδρέου, Ελένη
Date
2001Language
el
Access
free
Abstract
Η ανάγνωση αποτελεί μια από τις ουσιαστικότερες γνωστικές διεργασίες
και έχει ως κυριότερο σκοπό της την επικοινωνία. Συμβάλει καθοριστικά στην
διαμόρφωση κοινωνικής συμπεριφοράς αφού σχετίζεται άμεσα με την
πνευματική και υλική ενίσχυση του ατόμου, την σχέση του με άλλα άτομα και
ερεθίσματα, με πολιτισμούς και νοοτροπίες.
Στόχοι της παρούσας έρευνας ήταν να διερευνηθούν μέσα από την
ποιότητα των αναγνωστικών «λαθών», οι στρατηγικές που χρησιμοποιούν
παιδιά ηλικίας 8,5 9,5 ετών κατά την διαδικασία της ανάγνωσης κειμένων
διαφορετικής δυσκολίας και η σχέση που υπάρχει μεταξύ των στρατηγικών
που χρησιμοποιούν.
Η παρούσα έρευνα αποτελεί το δεύτερο μέρος μιας ευρύτερης έρευνας
με αντικείμενο τον καθορισμό του βαθμού αναγνωσιμότητας κειμένων Γ'
δημοτικού και τη μελέτη της αναγνωστικής συμπεριφοράς παιδιών Γ'
δημοτικού
Το δείγμα αποτελείται από 22 άτομα, 11 αγόρια και 11 κορίτσια,
μαθητές πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης και συγκεκριμένα της τρίτης τάξης
δημόσιου σχολείου στην περιοχή του Βόλου.
Από τους μαθητές ζητήθηκε να διαβάσουν υψηλόφωνα τρία κείμενα από
τα βιβλία Η Γλώσσα μου, της Γ' δημοτικού τα οποία ήταν τροποποιημένα,
επεξεργασμένα και τα οποία είχαν διαφορετική δυσκολία. Συνοπτικά, τα αποτελέσματα της έρευνας έδειξαν ότι όσο αυξάνει ο
βαθμός δυσκολίας των κειμένων, τόσο αυξάνει και ο βαθμός γραφημικής και
φωνημικής ομοιότητας των «λαθών» των παιδιών. Όσο αυξάνει η δυσκολία των
κειμένων, τόσο μειώνεται η κατανόηση του νοήματος του κειμένου και τόσο
λιγότερο επιτυχείς είναι οι προσπάθειες αυτοδιόρθωσης των «λαθών».
Οι καλοί αναγνώστες κάνουν περισσότερο γραφοφωνημικά όμοια
«λάθη» στα κείμενα με μικρό βαθμό δυσκολίας, συγκριτικά με τους αδύνατους
αναγνώστες. Στο μεσαίο κείμενο, οι καλοί αναγνώστες κατανοούν καλύτερα
το κείμενο, ενώ στο δύσκολο κείμενο κάνουν «λάθη» γραφημικά και φωνημικά
καλύτερα και σημασιολογικά πιο αποδεκτά. Το αντίστροφο συμβαίνει με τους
αδύνατους αναγνώστες.
Τέλος, είναι πολύ σημαντικό να αναφέρουμε εδώ ότι τα αποτελέσματα
είναι ενδεικτικά και αναφέρονται σε παιδιά με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά
και ηλικία. Τα αποτελέσματα αυτά χαρακτηρίζονται ως ενδεικτικά και για
μερικούς ακόμα λόγους. Γιατί το δείγμα που χρησιμοποιήθηκε για την
εξαγωγή τους ήταν σχετικά μικρό, τα μέσα συλλογής των δεδομένων δεν ήταν
κατασκευασμένα αποκλειστικά γι αυτό τον σκοπό, ενώ η διαδικασία συλλογής
των δεδομένων έγινε στο χώρο του σχολείου και όχι σε έναν εργαστηριακό
χώρο.
Μια τέτοια έρευνα μπορεί να προσφέρει βοήθεια για θέματα πρακτικά
που σχετίζονται με την διδασκαλία της ανάγνωσης, με τον εντοπισμό
αναγνωστικών δυσκολιών αλλά και με την κατάρτιση αναγνωστικών προφίλ για κάθε παιδί ξεχωριστά, με σκοπό να παρακολουθείται η αναγνωστική του
πορεία κατά την διάρκεια της σχολικής χρονιάς.
Academic publisher
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης.