Μελέτη ακανθοκέφαλων παρασίτων σε λαβράκια (dicentrarchus labrax) στην λιμνοθάλασσα της Βάσσοβας Καβάλας

Öffnen
Autor
Ουρεϊλίδης, ΚωνσταντίνοςSupervisor name
Αθανασοπούλου, Φωτεινή
Datum
2008Language
el
Schlagwort
Access
free
Zusammenfassung
Η παρούσα διατριβή εστιάζεται στη μελέτη των Ακανθοκέφαλων
παρασίτων στην λιμνοθάλασσα της Βάσσοβας στην Καβάλα. Βασικοί της
στόχοι, είναι η ταυτοποίηση αφενός των κυστάκανθων (προνυμφική μορφή
Ακανθοκέφαλων) που βρέθηκαν σε ψάρια του είδους Dicentrarchus labrax
(λαβράκι) στην περιοχή μελέτης και αφετέρου η ταυτοποίηση ενήλικων
Ακανθοκέφαλων που βρέθηκαν σε ιχθυοφάγα πτηνά, ερωδιούς, του είδους
Ardea cinerea (σταχτοτσικνιάς) στην ίδια περιοχή. Ταυτοχρόνως επιχειρείται η
διερεύνηση της συχνότητας προσβολής των λαβρακιών από κυστάκανθους με
προσδιορισμό των πιθανών παθολογικών επιπτώσεων της παρασίτωσης
αυτής στα λαβράκια. Για τον σκοπό αυτό συγκεντρώθηκαν συνολικά 394
λαβράκια, σε μία περίοδο 14 μηνών (μηνιαίες δειγματοληψίες). Παράλληλα
εξετάστηκαν και διάφορα άλλα είδη ψαριών της λιμνοθάλασσας σε μία
μοναδική δειγματοληψία. Επίσης εξετάστηκαν και 5 ερωδιοί (Ardea cinerea)
προς ανεύρεση ενήλικων Ακανθοκέφαλων.
Τα αποτελέσματα της έρευνας οδήγησαν στην καταγραφή για πρώτη
φορά στην Ελλάδα και για δεύτερη φορά διεθνώς, της παρουσίας ενήλικων
Ακανθοκέφαλων του είδους Polymorphus ardeae Belopolskaja, 1958 σε
ερωδιό Ardea cinerea (σταχτοτσικνιά). Επίσης αναδείχθηκε για πρώτη φορά
διεθνώς η παρουσία κυστάκανθων του είδους Polymorphus ardeae σε ψάρια
των ειδών Dicentrarchus labrax (λαβράκι), Sparus aurata (τσιπούρα), Anguilla
anguilla (χέλι), Platichthys flesus (χειμάρα), Diplodus vulgaris (κακαρέλλος),
Diplodus sargus sargus (σαργός), Diplodus annularis (σπάρος).
Κατά τη μελέτη της συχνότητας προσβολής των ψαριών από το
παράσιτο παρατηρήθηκε η προσβολή του 86% των λαβρακιών κατά μέσο
όρο στην περίοδο αναφοράς, με αντιστοιχία 14,6 κυστάκανθων ανά
παρασιτούμενο ψάρι. Σχετικά με τα σωματομετρικά δεδομένα των λαβρακιών
δεν διαπιστώθηκε καμία στατιστικά σημαντική σχέση, ικανή να προβλέψει τον
αριθμό των κυστάκανθων στα λαβράκια (ρ>0.05). Παρά το γεγονός ότι
φάνηκε μια εποχιακή μεταβολή της παρουσίας του παρασίτου στα λαβράκια,
με πτώση του αριθμού των κυστάκανθων κατά την περίοδο του χειμώνα, αυτή
δεν ήταν στατιστικά σημαντική (ρ>0.05). Τέλος κατά την νεκροτομή των
ψαριών δεν βρέθηκε κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει, ότι λόγω της
παρασίτωσης από κυστάκανθους επιβαρύνθηκε η υγεία των ψαριών.
Academic publisher
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σχολή Επιστημών Υγείας. Τμήμα Κτηνιατρικής.
Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ιδρυμα Ηπείρου. Σχολή Τεχνολογίας Γεωπονίας. Τμήμα Ιχθυοκομίας και Αλιείας.