Επαναληπτικότητα της ταχύτητας και της συχνότητας βάδισης σε παιδιά σχολικής ηλικίας

Προβολή/ Άνοιγμα
Συγγραφέας
Σαρρημανώλη, ΑναστασίαΌνομα Επιβλέποντος
Αγγελούσης, Νικόλαος
Ημερομηνία
2007Γλώσσα
el
Πρόσβαση
ελεύθερη
Επιτομή
Η ανάλυση της βάδισης χρησιμοποιείται συχνά για κλινικές εφαρμογές. Όμως, η
σύγκριση του φυσιολογικού με το μη φυσιολογικό βάδισμα με σκοπό την εξαγωγή
συμπερασμάτων για το είδος και τη βαρύτητα ενός κινητικού προβλήματος,
παρουσιάζει αρκετούς περιορισμούς, λόγω του μεγάλου αριθμού των παραγόντων
που επιδρούν στον τρόπο με τον οποίο κάποιος βαδίζει. Μεταξύ των παραγόντων που
διαφοροποιούν το βάδισμα ενός εξεταζομένου, κυρίως πρέπει να λαμβάνονται υπόψη
το φύλο, η ηλικία, η ταχύτητα και η συχνότητα του βαδίσματος. Σκοπός αυτής της
εργασίας ήταν η καταγραφή της ταχύτητας και της συχνότητας βάδισης σε παιδιά
σχολικής ηλικίας από τον ελληνικό πληθυσμό και ο προσδιορισμός της
επαναληπτικότητας τους. Μετρήθηκαν 120 παιδιά από όλες τις τάξεις δύο δημοτικών
σχολείων της Αττικής. Κατά τη μέτρηση τα παιδιά περπάτησαν με ελεύθερη
ταχύτητα μια απόσταση 13m, επαναλαμβάνοντας 10 φορές για τον προσδιορισμό της
επαναληπτικότητας. Ένα σύστημα χρονομέτρησης, με ηλεκτρονικό χρονόμετρο και
δύο ζεύγη φωτοκυττάρων-ανακλαστήρων, κατέγραφαν τον χρόνο που χρειαζόταν
κάθε παιδί να διανύσει μια ενδιάμεση απόσταση 5m. Η διαδικασία καταγράφτηκε
από βιντεοκάμερα για τον προσδιορισμό της συχνότητα του βαδίσματος, αλλά και
για την καταγραφή της διάρκειας διασκελισμού, στήριξης και αιώρησης. Από την
εφαρμογή της πολυμεταβλητής ανάλυσης διακύμανσης διαπιστώθηκε στατιστικά
σημαντική επίδραση του παράγοντα «τάξη» στο χρόνο διασκελισμού και στη
συχνότητα βάδισης. Ακόμη, από τον υπολογισμό του συντελεστή μεταβλητότητας
(coefficient of variation - CV) βρέθηκε να τεκμηριώνεται η επαναληπτικότητα όλων
των παραμέτρων, ενώ οι συντελεστές εσωτερικής συσχέτισης (intraclass correlation
coefficient - ICC) μεταξύ των 10 προσπαθειών ήταν αρκετά μεγαλύτεροι από 0.80
για όλες τις εξεταζόμενες παραμέτρους. Συμπερασματικός φαίνεται πως μεταξύ 6 και
12 ετών η ηλικία μπορεί να επηρεάσει το χρόνο διασκελισμού και τη συχνότητα
βάδισης, ενώ το φύλο δεν φαίνεται να έχει σημαντική επίδραση. Επίσης, τα δεδομένα αυτά μπορούν να αποτελέσουν μια αξιόπιστη βάση δεδομένων για παιδιά αυτής της
ηλικίας μιας και φαίνεται να υπάρχει υψηλή επαναληπτικότητα των παραμέτρων της
βάδισης. Βασική είναι, βέβαια η επανάληψη των δοκιμασιών για τουλάχιστον δέκα
φορές για τη διεξαγωγή αξιόπιστων συμπερασμάτων.
Ακαδημαϊκός Εκδότης
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης. Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού.
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σχολή Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού. Τμήμα Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού.