Πολυπολιτισμικές συγκρούσεις στη σχολική κοινότητα την περίοδο της οικονομικής κρίσης
View/ Open
Author
Σακατζής, ΔημήτριοςSupervisor name
Γκόβαρης, Χρήστος
Λουμάκου, Μαρία
Date
2013Language
el
Keyword
Access
free
Abstract
Η ερευνητική ενασχόληση με το ζήτημα της σχολικής βίας ξεκίνησε κυρίως από
τις Σκανδιναβικές χώρες, (Olweus 1993), ενώ τα τελευταία χρόνια σημειώνεται
ανάπτυξη του επιστημονικού ενδιαφέροντος σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες (Smith &
Brain. 2000). Οι παράγοντες που επηρεάζουν, καθορίζουν και ενεργοποιούν την
εμφάνιση φαινομένων σχολικής βίας και εmΟετικότητας εκτείνονται σε ένα ευρύ
φάσμα συνιστωσών. Η υπέρβαση των ψυχολογικών ερμηνειών οδηγεί στη θεώρηση
της σχολικής βίας ως κοινωνικού - πολιτισμικού φαινομένου. Έχει επομένως
αναγωγές στο κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο που παράγεται, ενώ εκλαμβάνεται
και ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα ύπαρξης κοινωνικών ομάδων με διαφορετικά
επίπεδα δύναμης και ισχύος (Rigby, 2004). Κατά συνέπεια οι σύγχρονες κοινωνικές
συνθήκες, όπως η οικονομική παγκοσμιοποίηση και η επακόλουθη διεύρυνση των
κοινωνικών ανισοτήτων, επηρεάζουν αυξητικά τα κρούσματα της σχολικής βίας
(Debarbieux, 2003).
Σκοπός της παρούσας διπλωματικής εργασίας είναι να διερευνήσει τις αντιλήψεις
εκπαιδευτικών και μαθητών σχετικά με το φαινόμενο της σχολικής βίας που έχει
αποδέκτες μαθητές από οικογένειες μεταναστών. Στο πλαίσιο αυτό τίθενται οι εξής
ερευνητικές υποθέσεις αναφορικά με τους εκπαιδευτικούς: α) ο ρόλος που
υιοθετούν στην τάξη ενισχύει την υπόθεση της επαφής, β) η αδυναμία αναγνώρισης
της διαφορετικότητας των «ξένων" μαθητών αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα
ανίχνευσης διακρίσεων από μέρους τους. Αναφορικά με τους μαθητές: α) η
πολιτισμική επαφή των μαθητών στο σχολικό περιβάλλον ενισχύει την υπόθεση της
επαφής β) το πλέγμα των σχέσεων που διαμορφώνονται στη σχολική κοινότητα
μεταξύ μαθητών αλβανικής και ελληνικής καταγωγής επηρεάζει τους πρώτους στη
διαμόρφωση μιας θετικής αυτο-εικόνας και ταυτότητας, γ) το αίσθημα ματαίωσης
που βιώνουν εξ αυτού συνδέεται με χαμηλή μαθητική απόδοση και με φαινόμενα
επιθετικότητας και, δ) η οικονομική κρίση, η εκρηκτική αύξηση της ανεργίας και η
εμφάνιση ρατσιστικών συμπεριφορών στη σχολική κοινότητα επηρεάζουν και
ανατροφοδοτούν την ένταση των παραπάνω φαινομένων.
Για την καλύτερη διερεύνηση του θέματος σύμφωνα με το χαρακτήρα και τις
ωιότητες των διαφόρων προσεγγίσεων στην έρευνα (Σαραφίδου, 2011), θεωρήθηκε
καταλληλότερη η επιλογή της κονστρουκτιβιστικής τάσης των αξιολογικών ερευνών
(Mertens, 2009), δηλαδή η ποιοτική προσέγγιση. Δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν
οχτώ (8) εκπαιδευτικοί που υπηρετούν στις Διευθύνσεις Πρωτοβάθμιας και
Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης του νομού Λάρισας. Έγινε επιλογή του εκπαιδευτικού
πληθυσμού, ώστε να εκπροσωπηθούν στο δείγμα οι διάφορες εμπλεκόμενες
εκπαιδευτικές ομάδες. Η σκοπιμότητα στην επιλογή του δείγματος αφορούσε ένα
μόνο σημείο· τη διδασκαλία μέσα στην τάξη. Αναφορικά με τους μαθητές επελέγη
ένα σκόπιμο δείγμα δέκα (10) μαθητών από το 10 ΕΠΑΛ Τυρνάβου. Πέντε (5)
αλβανικής καταγωγής και πέντε (5) ελληνικής καταγωγής. Το πλεονέκτημα που
παρέχει η επιλογή αυτής της ηλικιακής ομάδας είναι ότι τα πληροφοριακά δεδομένα
εμπεριέχουν μια συνολική αποτίμηση της σχολικής τους ζωής, δηλαδή το
"απόσταγμα" των εμπειριών και βιωμάτων τους ως μαθητών. Τα θεωρητικά ευρήματα τ/ς παρούσας διπλωματικής αναφορικά με τους
εκπαιδευτικούς είναι: α) η υιοθέτηση του ρόλου του εκπαιδευτικού ως λειτούργημα
ενισχύει τ/ν υπόθεση τ/ς επαφής και β) η έλλειψη κατανόησης τ/ς διαφορετικότ/τας
των «ξένων» μαθητών όπως αυτή ορίζεται και βιώνεται στο κοινωνικό πλαίσιο,
αποτελεί προβλεπτικό παράγοντα ανίχνευσης διακρίσεων από μέρους τους.
Αναφορικά με τους μαθητές: α) δεν ισχύει η υπόθεση τ/ς επαφής, β) οι
πολυπρισματικές εκφάνσεις τ/ς ταυ-ιότ/τας κρυσταλλώνονται στην εθνοπολιτισμική
καταγωγή των μαθητών αλβανικής καταγωγής, εξ αυτού γίνονται δέκτες αρνητικών
προκαταλήψεων και διαπιστώνεται η αντικειμενική αδυναμία να βγουν από το
κάδρο τ/ς κοινωνικής κατηγοριοποίησης, γ) η ματαίωση να δημιουργήσουν μια
θετική αυτό-εικόνα και ταυτότητα σχετίζεται με ένα εύρος συμπεριφορών ανάμεσα
στις οποίες είναι και η επιθετικότητα, με προοπτικές κλιμάκωσης της, εξαιτίας της
ανεργίας και τ/ς εμφάνισης ρατσιστικών συμπεριφορών και, δ) Ο κοινωνικός και
θεσμικός αποκλεισμός που υφίστανται τους οδηγεί σε μία πτωτική μαθησιακήγνωστική
πορεία από βαθμίδα σε βαθμίδα και επιφέρει τ/ν κοινωνική τους συμπίεση
στα χαμηλά κοινωνικά στρώματα.
Τα θεωρητικά ευρήματα της παρούσας μελέτης θα μπορούσαν να τύχουν
περαιτέρω ερευνών που θα τους προσέδιδαν στατιστική εγκυρότητα. Αναφορικά με
τους εκπαιδευτικούς θα μπορούσε να διερευνηθεί στατιστικά η άποψη ότι ο ρόλος
του εκπαιδευτικού ως λειτούργημα ενισχύει την υπόθεση τ/ς επαφής, ενώ με
δεδομένη τ/ν αδυναμία κατανόησης της διαφορετικότ/τας των «ξένων) μαθητών να
διερευνηθούν ποιες παράμετροι των στάσεων και των συμπεριφορών τους θα
μπορούσαν να αποτελέσουν ισχυρούς προβλεπτικούς παράγοντες ανίχνευσης
διακρίσεων από μέρους τους. Αναφορικά με τους μαθητές, θα ήταν χρήσιμη μία
έρευνα που θα διερευνούσε στατιστικά τους λόγους που οδηγούν στην απουσία της
υπόθεσης της επαφής και τη σύνδεση της με τα φαινόμενα βίας, ενώ επιπρόσθετα θα
εστίαζε στις επιλογές σπουδών των «ξένων» μαθητών, ώστε να διερευνηθεί
στατιστικά η άποψη, ότι ο επαγγελματικός τους προσανατολισμός περιορίζεται στη
χαμηλότερη βαθμίδα σπουδών. Συμπληρωματικά θα μπορούσε να διερευνηθεί η
επαγγελματική εξέλιξη των μεταναστών δεύτερης γενιάς, ώστε να εξεταστεί εάν
ισχύει η υπόθεση της κυκλικής ανατροφοδότησης τ/ς σχολικής αποτυχίας που
υποθηκεύει το μέλλον της επόμενης γενιάς.
Academic publisher
Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών. Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης.